Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2014

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Κατά τη χθεσινή συζήτηση συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων, με θέμα ημερήσιας διάταξης, επεξεργασία και εξέταση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομικών: «Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Κράτους του Γκέρνσεϋ για την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με φορολογικά θέματα», η ειδική αγορήτρια του ΣΥΡΙΖΑ Ηρακλείου Μαίρη Διακάκη τόνισε:

«Η Συμφωνία της Ελληνικής Δημοκρατίας και του κράτους του Γκέρνσεϋ του 2010 η οποία εισάγεται προς κύρωση, εντάσσεται στην γενική κατεύθυνση διμερών συμφωνιών για την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με φορολογικά θέματα. Ανάλογες συμφωνίες έχουν ξανασυζητηθεί στην Επιτροπή και έχουν κυρωθεί εν τέλει στην Ολομέλεια. Η θέση του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι ανάλογη με την προηγούμενη στάση του μιας και οι σχετικές συμφωνίες διακρίνονται από ανάλογα μέτρα και διαδικασίες εφαρμογής. Η Αιτιολογική Έκθεση δεν μας πληροφορεί γιατί η σχετική Συμφωνία υπογράφτηκε το 2010 και όχι νωρίτερα, ούτε μας εξηγεί γιατί μια υπογραφείσα Συμφωνία εισάγεται προς Κύρωση και ισχύ της εφαρμογής με δυόμισι χρόνια καθυστέρηση. Ειδικά στις συνθήκες της οικονομικής κρίσης, της τρομοκρατίας των ελλειμμάτων και του μύθου - άλλοθι της υστέρησης δημοσίων εσόδων λόγω φοροδιαφυγής, της διαρροής ή διαφυγής 90 δισ. ¤ τραπεζικών καταθέσεων στο εξωτερικό, των ανέλεγκτων 54.000 εμβασμάτων στο εξωτερικό της περιόδου 2009 - 2011, δεν είναι πολυτέλεια μια στοιχειώδης ερμηνεία της καθυστέρησης της όποιας Συμφωνίας ανταλλαγής πληροφοριών με ένα κράτος που θεωρείται φορολογικό καταφύγιο ή παράδεισος, κατά τη νεοελληνική προσαρμογή του διεθνούς όρου.
Το κράτος του Γκέρνσεϋ, ένα σύμπλεγμα νησιών στα στενά της Μάγχης, υπό την κυριαρχία του Βρετανικού Στέμματος, δεν είναι γνωστό τόσο για την ιστορική του ταυτότητα, αφού πρόκειται για κατάλοιπο του Δουκάτου της Νορμανδίας, αλλά, κυρίως, είναι γνωστό για τις ανύπαρκτες φορολογικές επιβαρύνσεις επιχειρήσεων και κεφαλαίων και για την απουσία συναλλαγματικών ελέγχων.
Ο ίδιος ο ΟΟΣΑ κατηγοριοποίησε τα λεγόμενα υπεράκτια οικονομικά κέντρα σε τρεις ομάδες, ανάλογα με τις νομικές τους υποδομές και τα επίπεδα οικονομικής επίβλεψης και συνεργασίας. Στην τρίτη ομάδα με τα χαμηλότερα επίπεδα νομοθεσίας, επίβλεψης και συνεργασίας συμπεριλήφθηκε και το Γκέρνσεϋ. Έτσι, από το 2008, το Γκέρνσεϋ εντάχθηκε πλέον στη λευκή λίστα του G20, καθώς φρόντισε να εκσυγχρονίσει, σχετικά, τον τρόπο ελέγχου των επιχειρήσεων στα όρια του, ενώ δέχθηκε την ανταλλαγή πληροφοριών σε περίπτωση που κάτι τέτοιο του ζητηθεί από κάποια άλλη χώρα.
Από την 1η Ιανουαρίου 2008 έχει λειτουργήσει το λεγόμενο 0% - 10% εταιρικό φορολογικό σύστημα, σύμφωνα με το οποίο οι περισσότερες εταιρείες πληρώνουν 0% εταιρικό φόρο, ένας περιορισμένος αριθμός δραστηριοτήτων υπόκεινται σε φορολογία με συντελεστή 10%, συμπεριλαμβανομένων των τραπεζικών δραστηριοτήτων, ενώ τα έσοδα από την πώληση γης ή κτηρίων φορολογούνται με συντελεστή 20%. Ακόμη και σήμερα δεν υπάρχουν φόροι κεφαλαιουχικών κερδών, κληρονομιάς ή προστιθέμενης αξίας. Έτσι, είναι μάλλον απίθανο το Γκερνσεϋ να ζητήσει τη δική μας συνδρομή για φορολογικές πληροφορίες, που μέχρι και σήμερα σχεδόν καταναγκαστικά φορολογεί ό,τι εμείς θεωρούμε αυτονόητο. Η Συμφωνία αφορά τη διεύρυνση των δυνατοτήτων πληροφορίας του δικού μας κράτους.
Η αντίθεσή μας στηρίζεται στην διαπιστωμένη αναποτελεσματικότητα των Συμφωνιών, προτύπων ΟΟΣΑ, που λειτουργούν περισσότερο σαν Συμφωνίες συγκάλυψης φοροφυγάδων, παρά αποκάλυψής τους. Είναι αυτονόητη η ανάγκη συνεργασίας κρατών για ζητήματα εποπτείας και ελέγχου της διεθνούς κυκλοφορίας, είναι, όμως, δικαίωμα και καθήκον μας να ασκήσουμε κριτική στην ουσία και όχι μόνο στους «καλοκάγαθους» τίτλους της Συμφωνίας.
Η διαφοροποίηση των νομικών και φορολογικών πλαισίων των δύο χωρών εξ αντικειμένου οριοθετεί και τις δυσκολίες στην ανταλλαγή των πληροφοριών. Με δεδομένη την ανυπαρξία νομικής και θεσμικής εποπτείας και φορολογικού ελέγχου επιχειρήσεων και τραπεζικών συναλλαγών μέχρι το 2008 στο Γκέρνσεϋ, οι προβλέψεις του άρθρου 1 ότι «δικαιώματα και οι εγγυήσεις που εξασφαλίζονται σε πρόσωπα από τη νομοθεσία και την διοικητική πρακτική των συμβαλλομένων κρατών παραμένουν σε ισχύ» και η συνέχεια του άρθρου «αλλά με τέτοιο τρόπο που να εξασφαλίζουν την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών» δεν αποτελούν μόνο ευχή, αλλά αυτουπονομεύονται από την πραγματική εμβέλεια αυτών των νεοσύστατων ρυθμίσεων ελέγχου του κρατιδίου της Μάγχης.
Ο καθορισμός των λεπτομερών στοιχείων, που κρίνονται απαραίτητα για την υποβολή της αίτησης για παροχή πληροφοριών είναι, περίπου, αποτρεπτικός έως και ακυρωτικός μιας προσπάθειας έρευνας. Στην έρευνα των οδών και πρακτικών της φοροδιαφυγής δεν είναι όλα εκ των προτέρων γνωστά, ούτε οι άμεσα μετέχοντες, ούτε το πότε αλλά ούτε και το πώς. Η δε δήλωση ότι το αιτούν κράτος εξάντλησε όλα τα διαθέσιμα μέσα στο έδαφός του, για να λάβει τις πληροφορίες, που υπόκεινται στην κρίση του αιτούμενου προς παροχή πληροφοριών κράτους, μετατρέπει την αναγκαστική πληροφορία σε κατΆ επιλογή πληροφορία. Η δυνατότητα άρνησης απάντησης για πολλούς λόγους - μη αποκάλυψη οικονομικών, βιομηχανικών απορρήτων κ.λπ., ακόμα και για λόγους δημόσιας τάξης - επιτείνει τις νομικές και θεσμικές περιπλοκές στην ανταλλαγή πληροφοριών. Στην εποχή δε της ταχύτητας των διαδικασιών και μέσων μεταφοράς κεφαλαίων η όποια σχετική καθυστέρηση ακυρώνει στην πράξη τον σκοπό της έρευνας.
Η δυνατότητα φορολογικών εξετάσεων ή ερευνών στο εξωτερικό του άρθρου 6 αποτελεί μια λογική διάταξη, η πραγματικότητα, ωστόσο, την καθιστά ανεφάρμοστη. Το Γκέρνσεϋ δεν έχει φορολογικούς μηχανισμούς και οι δε δικές μας φορολογικές υπηρεσίες είναι υποστελεχωμένες, με ισχνή χρηματοδότηση της λειτουργίας τους και η πραγματικότητα των ανεπαρκειών ελέγχου, όπως, π.χ., της λίστας Λαγκάρντ από το ΣΔΟΕ, είναι χαρακτηριστική.
Με την κυβερνητική πολιτική της απορρύθμισης των δημόσιων φορολογικών υπηρεσιών, το άρθρο αυτό αποτελεί κάποια ευχή.
Σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, όπου οι μεταφορές κεφαλαίων γίνονται σε ελάχιστο χρόνο και με την κάλυψη απίστευτα νομικών οντοτήτων, ο αποκλειστικά διμερής χαρακτήρας των σχετικών Συμφωνιών καθιστά τις διαδικασίες συνεργασίας άνευ ουσίας, ιδίως στις περιπτώσεις πολύ μεγάλων υποθέσεων φοροδιαφυγής.
Σύμφωνα με στοιχεία των Financial Times, σχεδόν το 50% των τραπεζικών καταθέσεων του Γκέρνσεϋ προέρχεται από ελβετικές τράπεζες, οι οποίες στέλνουν κεφάλαια σε άλλους φορολογικούς παραδείσους - καταφύγια, καθώς αναζητούν όλο και πιο χαμηλούς φόρους για τους καταθέτες τους.
Στην προκειμένη περίπτωση θα πρέπει να ενεργοποιηθούν δύο διαφορετικές συμφωνίες με χρονοβόρες και ασύμμετρες διαδικασίες, προδιαγράφοντας την αναποτελεσματικότητα των σχετικών συμφωνιών που έχουμε και με τις δύο χώρες.
Για λόγους ουσίας και αποτελεσματικότητας, η πάγια θέση μας είναι υπέρ των πολυμερών συμφωνιών και της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών. Κατά συνέπεια, θα καταψηφίσουμε.»

24.01.14
ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου